Προϊόντα της Μέλισσας
Βασιλικός Πολτός
Είναι μια κρεμώδης ουσία που εκκρίνεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών εργατριών μελισσών. Η ονομασία Βασιλικός Πολτός προέρχεται απο το ότι οι προνύμφες που προορίζονται να γίνουν βασίλισσες, καθώς επίσης και οι ενήλικες βασίλισσες, τρέφονται αποκλειστικά με μεγάλη ποσότητα από την τροφή αυτή. Στο Βασιλικό πολτό βρίσκεται ο καθοριστικός εκείνος παράγοντας που μετατρέπει τη μέλισσα από εργάτρια σε βασίλισσα .
Χημική σύσταση: Η μέση χημική του σύσταση είναι υγρασία 67%, πρωτεϊνη 12,5%, συνολικά λιπαρά οξέα 5%, συνολικά ζάχαρα 1%, ανόργανα άλατα(τέφρα) 1% και λοιπά απροσδιόριστα 3,5% καθώς και βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Επίσης κάποιο από το ποσοστό αποτελείται από διάφορες ενώσεις όπως το 10-υδροξυ-δεκενοϊκο οξύ και παντοθενικό οξύ.
Φυσικές ιδιότητες: Το χρώμα του βασιλικού πολτού έχει μεγάλη σημασία γιατί αποτελεί δείκτη της φρεσκότητας και της καταλληλότητας του. Ο φρέσκος πολτός έχει λαμπερό ασπρουδερό χρώμα. Όταν όμως έρθει σε επαφή με τον αέρα ή εκτεθεί στο φως, το χρώμα του μεταβάλλεται σε ανοιχτό κίτρινο και σκούρο γκρι. Η μεταβολή αυτή οφείλετε σε ένζυμα τα οποία οξειδώνουν κάποιες ουσίες του βασιλικού πολτού και τον καταστρέφουν. Χαρακτηρίζεται απο ελαφρύ δριμύ άρωμα και υπόξινη γεύση που οφείλετε στο πολύ χαμηλό του ph(3,5-4,5).
Θρεπτική αξία: Ο Βασιλικός πολτός βοηθά στην αντιμετώπιση των ρευματικών αθρίτιδων. Βοηθά τον γηρασμένο και ταλαιπωριμένο οραγανισμό, ενώ βρίσκει και μεγάλη εφαρμογή στην παιδιατρική βοηθώντας παιδιά με αναιμία, πνευμονία βακτηριακές λοιμώξεις κ.α. Βελτιώνει την γενική διάθεση, αυξάνει την ικανότητα για εργασία, την όρεξη και βοηθά ώστε τα άτομα να αποκτήσουν μεγαλύτερη διανοητική και σωματική δύναμη. Έχει μικροβιοκτόνες και αντισηπτικές ιδιότητες ενώ συμβάλει σημαντικά στις γυναίκες στη γαλακτοπαραγωγή μετα τη γέννα και βοηθά τους άντρες να βελτιώσουν την σεξουαλική τους ζωή.
Χημική σύσταση: Η μέση χημική του σύσταση είναι υγρασία 67%, πρωτεϊνη 12,5%, συνολικά λιπαρά οξέα 5%, συνολικά ζάχαρα 1%, ανόργανα άλατα(τέφρα) 1% και λοιπά απροσδιόριστα 3,5% καθώς και βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Επίσης κάποιο από το ποσοστό αποτελείται από διάφορες ενώσεις όπως το 10-υδροξυ-δεκενοϊκο οξύ και παντοθενικό οξύ.
Φυσικές ιδιότητες: Το χρώμα του βασιλικού πολτού έχει μεγάλη σημασία γιατί αποτελεί δείκτη της φρεσκότητας και της καταλληλότητας του. Ο φρέσκος πολτός έχει λαμπερό ασπρουδερό χρώμα. Όταν όμως έρθει σε επαφή με τον αέρα ή εκτεθεί στο φως, το χρώμα του μεταβάλλεται σε ανοιχτό κίτρινο και σκούρο γκρι. Η μεταβολή αυτή οφείλετε σε ένζυμα τα οποία οξειδώνουν κάποιες ουσίες του βασιλικού πολτού και τον καταστρέφουν. Χαρακτηρίζεται απο ελαφρύ δριμύ άρωμα και υπόξινη γεύση που οφείλετε στο πολύ χαμηλό του ph(3,5-4,5).
Θρεπτική αξία: Ο Βασιλικός πολτός βοηθά στην αντιμετώπιση των ρευματικών αθρίτιδων. Βοηθά τον γηρασμένο και ταλαιπωριμένο οραγανισμό, ενώ βρίσκει και μεγάλη εφαρμογή στην παιδιατρική βοηθώντας παιδιά με αναιμία, πνευμονία βακτηριακές λοιμώξεις κ.α. Βελτιώνει την γενική διάθεση, αυξάνει την ικανότητα για εργασία, την όρεξη και βοηθά ώστε τα άτομα να αποκτήσουν μεγαλύτερη διανοητική και σωματική δύναμη. Έχει μικροβιοκτόνες και αντισηπτικές ιδιότητες ενώ συμβάλει σημαντικά στις γυναίκες στη γαλακτοπαραγωγή μετα τη γέννα και βοηθά τους άντρες να βελτιώσουν την σεξουαλική τους ζωή.
Γύρη
Η γύρη είναι το προϊόν που συγκεντρώνουν οι μέλισσες από διάφορα λουλούδια. Είναι η πλουσιότερη φυσική τροφή σε πρωτεϊνες, βιταμίνες, απαραίτητα αμινοξέα, ορμόνες, ένζυμα και άλλα χρήσιμα συστατικά για τη διατροφή μας.
Χημική σύσταση: Η μέση χημική σύσταση είναι πρωτεϊνη 25,7%, λιπίδια 4,8%, υδατάνθρακες 27%, ανόργανα άλατα(τέφρα) 3,1%, νερό 30%, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.
Θρεπτική αξία: Η γύρη βοηθά στη διανοητική λειτουργία, ενισχύει τη συστολή της καρδιάς και έχει διουριτική δράση. Βελτιώνει την όρεξη γι αυτό και συνίσταται ιδιαίτερα για περιπτώσεις αδυναμίας και εξασθένισης του οργανισμού,κακού μεταβολισμού, εντερικών ανωμαλιών ,ψύχωσης και νευρασθένειας καθώς και απώλειας μνήμης. Η γύρη βελτιώνει την κατάσταση ατόμων που έχουν ήπιες αλλεργικές εκδηλώσεις και τους βοηθά ώστε να αποκτήσουν βαθμιαία αντίσταση(ανοσοποίηση). Η γύρη είναι πλούσια σε κιστίνη, ένα αμινοξύ που επειρεάζει θετικά την τριχοφυία και το χρώμα των μαλλιών, αλλά και σε ρουτίνη(γνωστή ως βιταμίνη R), η οποία αυξάνει την αντίσταση των τριχοειδών αγγείων, προφυλάσσοντας έτσι τον οργανισμό από εγκεφαλικές αιμοραγίες. Επίσης, αυτή η πλήρης φυσική τροφή έχει ευεργετική επίδραση στον προστάτη και παράλληλα μετριάζει και περιορίζει σημαντικά τα προβληματα της εμηνόπαυσης.
Χημική σύσταση: Η μέση χημική σύσταση είναι πρωτεϊνη 25,7%, λιπίδια 4,8%, υδατάνθρακες 27%, ανόργανα άλατα(τέφρα) 3,1%, νερό 30%, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.
Θρεπτική αξία: Η γύρη βοηθά στη διανοητική λειτουργία, ενισχύει τη συστολή της καρδιάς και έχει διουριτική δράση. Βελτιώνει την όρεξη γι αυτό και συνίσταται ιδιαίτερα για περιπτώσεις αδυναμίας και εξασθένισης του οργανισμού,κακού μεταβολισμού, εντερικών ανωμαλιών ,ψύχωσης και νευρασθένειας καθώς και απώλειας μνήμης. Η γύρη βελτιώνει την κατάσταση ατόμων που έχουν ήπιες αλλεργικές εκδηλώσεις και τους βοηθά ώστε να αποκτήσουν βαθμιαία αντίσταση(ανοσοποίηση). Η γύρη είναι πλούσια σε κιστίνη, ένα αμινοξύ που επειρεάζει θετικά την τριχοφυία και το χρώμα των μαλλιών, αλλά και σε ρουτίνη(γνωστή ως βιταμίνη R), η οποία αυξάνει την αντίσταση των τριχοειδών αγγείων, προφυλάσσοντας έτσι τον οργανισμό από εγκεφαλικές αιμοραγίες. Επίσης, αυτή η πλήρης φυσική τροφή έχει ευεργετική επίδραση στον προστάτη και παράλληλα μετριάζει και περιορίζει σημαντικά τα προβληματα της εμηνόπαυσης.
Πρόπολις
Η πρόπολη είναι μια ουσία από ρητίνες και κόμεα που συλλέγουν οι μέλισσες από τους οφθαλμούς των δέντρων, την εμπλουτίζουν με κερί, γύρη, ένζυμα και άλλες ουσίες και την χρησιμοποιούν για να στεγανοποιήσουν και απολυμάνουν το εσωτερικό της φωλιάς τους. Μάλιστα κάθε φορά που βγαίνει μιά μέλισσα απο το κελί επιχρείουν αυτό με πρόπολη.
Χημική σύσταση: Η πρόπολη περιέχει ρητίνες και βάλσαμα 55%,κερί 30%, αιθέρια έλαια 10%, γύρη 5%, φλαβονοειδή και φαινολικές ενώσεις.
Φυσικές ιδιότητες: Η πρόπολη διαφέρει απο κυψέλη σε κυψέλη λόγω βλάστησης ενώ το χρώμα της ποικίλει από κόκκινο κίτρινο μέχρι μαύρο. Είναι αδιάλυτη στο νερό και διαλυτή στην αλκοόλη. Σε θερμοκρασίες πάνω απο 25 βαθμούς κελσιού είναι μαλακή, εύκαμπτη και κολλά στα χέρια, ενώ σε θερμοκρασίες κάτω απο 15 βαθμόυς κελσίου γίνεται σκληρή και εύθραυστη.
Θρεπτική αξία: Η πρόπολη έχει βακτηριοκτόνες και βακτηριοστατικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία τραύματων των αναπνευστικών οργάνων, της στοματικής κοιλότητας και άλλων περιοχών του ανθρώπινου σώματος. Λόγω των μεγάλων συγκεντώσεων σε φλαβονόλες επιδρά στον ανθρώπινο οργανισμό έχοντας αντισηπτική και αντιβακτηριακή δράση, αναστέλλοντας την συνάθροιση ερυθροκυττάρων, προστατεύοντας τη βιταμίνη C απο οξειδώσεις και τέλος βελτιώνοντας την κυκλοφορία του αίματος στα τριχοειδή αγγεία. Ταυτόχρονα χρησιμοποιείται κατά των μυκητιάσεων και προβλημάτων ωτορυνολαρυγγολογίας καθώς και στην αντιμετώπιση του έλκους και προβλημάτων του προστάτη.
Χημική σύσταση: Η πρόπολη περιέχει ρητίνες και βάλσαμα 55%,κερί 30%, αιθέρια έλαια 10%, γύρη 5%, φλαβονοειδή και φαινολικές ενώσεις.
Φυσικές ιδιότητες: Η πρόπολη διαφέρει απο κυψέλη σε κυψέλη λόγω βλάστησης ενώ το χρώμα της ποικίλει από κόκκινο κίτρινο μέχρι μαύρο. Είναι αδιάλυτη στο νερό και διαλυτή στην αλκοόλη. Σε θερμοκρασίες πάνω απο 25 βαθμούς κελσιού είναι μαλακή, εύκαμπτη και κολλά στα χέρια, ενώ σε θερμοκρασίες κάτω απο 15 βαθμόυς κελσίου γίνεται σκληρή και εύθραυστη.
Θρεπτική αξία: Η πρόπολη έχει βακτηριοκτόνες και βακτηριοστατικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία τραύματων των αναπνευστικών οργάνων, της στοματικής κοιλότητας και άλλων περιοχών του ανθρώπινου σώματος. Λόγω των μεγάλων συγκεντώσεων σε φλαβονόλες επιδρά στον ανθρώπινο οργανισμό έχοντας αντισηπτική και αντιβακτηριακή δράση, αναστέλλοντας την συνάθροιση ερυθροκυττάρων, προστατεύοντας τη βιταμίνη C απο οξειδώσεις και τέλος βελτιώνοντας την κυκλοφορία του αίματος στα τριχοειδή αγγεία. Ταυτόχρονα χρησιμοποιείται κατά των μυκητιάσεων και προβλημάτων ωτορυνολαρυγγολογίας καθώς και στην αντιμετώπιση του έλκους και προβλημάτων του προστάτη.
What is Apiculture?
Apiculture is the management and study of honeybees.
Apiculture is the management and study of honeybees.
Apiculture is derived from the honeybee's Latin name Apis mellifera, meaning ‘honey gatherer’. Since bees do not collect honey but nectar from which honey is made, the scientific name should actually be Apis mellifica meaning ‘honey maker’.
Although apiculture refers to the honeybee, the vital role all bees play in the pollination of crops and flowering plants has caused apiculture to also include the management and study of non-Apis bees such as bumblebees and leafcutter bees.
Some 90 million years ago, flowering plants first appeared on earth. The wasp-like ancestors of bees took advantage of the food made available by flowers and began to modify their diet and physical characteristics.
Since then, flowering plants and bees co-evolved. This eventually led to a complete interdependence, meaning that flowering plants and bees cannot live and reproduce without each other.
Since then, flowering plants and bees co-evolved. This eventually led to a complete interdependence, meaning that flowering plants and bees cannot live and reproduce without each other.
The genus Apis is comprised of a comparatively small number of species including the western honeybee Apis mellifera, the eastern honeybee Apis cerana, the giant bee Apis dorsata, and the small honeybee Apis florea.
Honeybees are indigenous to the Eurasian and African continents and were introduced to the Americas and Australia by European settlers.
The western honeybee is comprised of some 24 races or sub-species. The African honeybee, sometimes referred to as ‘Killer bee’, is a race of the western honeybee and can therefore cross-breed.
Bees collect pollen and nectar. Pollen is the protein source needed for bee brood development while nectar is the carbohydrate source providing energy.
Nectar is a sugar solution produced by flowers containing about 80% water and 20% sugars. Foraging bees store the nectar in the ‘honey sac’ where the enzyme invertase will change complex sugars into simple sugars called mono-saccharides. Upon return to the hive, the foraging bee will disgorge the partially converted nectar solution and offer it to other bees. Housekeeping bees will complete the enzymatic conversion, further removing water until the honey solution contains between 14 – 20% water.
Honey is too dry for any microbes to live in. Honey is non-perishable and can be kept indefinitely in a cool, dry place.
The flavor, aroma and color of honey is determined by the floral source. For example, buckwheat honey is almost black while fireweed honey is almost colorless.
Unlike other bees, honeybees can communicate details about the location, quality and quantity of food sources. This allows honeybees to access and utilize food sources efficiently at great distances.
Honeybees maintain temperatures in the brood nest of between 30º C and 34º C, even in the middle of winter.
The honeybee colony is comprised of one queen, thousands of worker bees and a few hundred male bees called drones. Colony size varies according to season and condition of the colony.
Several diseases including viruses, various microbes and mites can affect the honeybee.
Honeybees are used in pollination and play a critical role in the production of many crops, representing a value of over $14 billion per year in North America.